Πέμπτη, Ιουλίου 20, 2006

Το καράβι

Ήταν ένα καράβι που ξεκίνησε μικρό... σε κάθε λιμάνι του όλο και μεγάλωνε. Πλούτιζε. Γινόταν πιό μεγάλο, πιο τρανό.

Ήταν ένα καράβι που ξεκίνησε μικρό... σαν ένα ταπεινό καϊκάκι. Και μεταμορφώθηκε σε κρουαζιερόπλοιο πολυτελείας με πολλές φανφάρες.

Ήταν ένα καράβι που ξεκίνησε μικρό... Πολλοί το προτιμούσαν με την καινούργια του όψη. Όχι όλοι όμως.

Σάββατο, Ιουλίου 08, 2006

Εδώ είν' ωραία MISTER...

Παλία φωτογραφία
στην άδεια παραλία
σιωπή

Σαν νερό που κυλάει, τα φιλιά και τα χρόνια
σαν τα πουλιά το χειμώνα
χάνονται

Πηγαίναμε να βρούμε τον κρυμμένο θησαυρό
ρουμπίνια διαμάντια ασήμι χρυσό
στης πόλης τη ζούγκλα, σε μέρη μακρινά
χαθήκαμε και γίναμε πολύχρωμα πουλιά.

Σκέφτομαι ένα χαρτοπαίκτη να μου λέει
παίξε λίγο ακόμα, παίξε, τι έχεις να χάσεις

Στέκομαι στην άκρη του γκρεμού
και κοιτάω όλους αυτούς που τους έσπρωξε ένα χέρι
κι αναγκάστηκαν να βγάλουνε φτερά
τώρα τους φωτίζει αυτό το υπέροχο αστέρι
τους κοιτάω να πλανιούνται μακρυά
πέρα από τα πέρατα πέρα από τα πέρα μέρη
κάποιος πλησιάζει σαν να θέλει να μου πεί
κάποιος απο αυτούς θα ξέρει
κάποιος πλησιάζει σαν να θέλει να μου πεί

Άν αυτά τα σύννεφα είναι οι φόβοι των ανθρώπων
που παγώνουνε επάνω απ' τις σκεπές
ας ξεπλύνουν οι πιο άγριες βροχές αυτούς τους δρόμους
κι ας χυθούν στις μυστικές δεξαμενές
που γεμίζουνε τη θάλασσα της φρίκης
που βουτάει αυτός ο δύτης μοναχός
πρίν τελειώσει η ανάσα του
κοιτάει προς τα πάνω και θυμάται: διαμαντένιος ουρανός

Άν αυτά τα σύννεφα ζυγίζουνε το βάρος
που λυγίζει τις ανθρώπινες καρδιές
ας γκρεμίσουν οι πιο άγριες βροχές αυτά τα σκιάχτρα
κι ας χυθούν στις μυστικές δεξαμενές
που γεμίζουνε με καύσιμα τα τρένα
που θα πάρει κάποια μέρα μοναχός
πριν τελειώσει το τσιγάρο του
κοιτάει προς τα πάνω και θυμάται:
όταν ήμουνα μικρός
μεσ' τα κύματα δε μ' ένοιαζε αν ο κόσμος είναι απλός
ή αν έτσι απλώς εμένα μου έμοιαζε
διαμαντένιος ο ουρανός
διαμαντένιος ουρανός

Πάνω στο τραίνο φάντασμα
μεσ' τη νύχτα θα χαθώ

Ολα γυρίζουν σαν τρελλά
ρόδες που πάν στο πουθενά.

- Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε....